Ο Θάνατος του Πήγασου

Πάντα με εσυγκινούσε αφάνταστα ο Λόρκα.
Θυμούμαι ότι τη πρώτη φορά που εδιάβασα ποίημα του κάτι σάννα τάραξε μέσα μου.
Εκφράζει μια ιδιαίτερη βαθιά ομορφιά και μελαγχολία που δύσκολα τη συναντώ σε ποιητές, τζιαι πάντα άγγιζε ένα κομμάτι της ψυχής μου που ποττέ μου δεν βρήκα άτομο να μοιραστώ. Ο λόγος του είναι τόσο βουκολικά σουρεαλιστικός, τζιαι πάντα ταξιδέφκει με κάπου άλλου πέρα που την "πραγματικότητα" της ζωής που ζούμε.

Το πιο κάτω ποίημα είναι που την ομώνυμη συλλογή ποιημάτων "Ο Θάνατος του Πήγασου". Μιας τζιαι εν τόσο όμορφη Κυριακή, είπα να το μοιραστώ...




















Ο Θάνατος του Πήγασου

Στον μαραμένο κήπο που φιλούσαν οι αιώνες
μια ξεχειλισμένη πηγή με το νερό του ονείρου.
Υπάρχει ένας λεπτός κηπουρός με κίτρινα κρίνα
στα πράσινα μάτια του καρφωμένα πάντα στον ουρανό.

Έχει το βαθύ νερό αυτής της χαρούμενη πηγής
ονειρεμένες περγαμηνές γραμμένες από άστρα λαμπερά,
αρώματα τριανταφύλλων που μάρανε το Φθινόπωρο,
γκρίζα φύκια ομίχλης και ένα μεγαλειώδες μυστικό,
το μοιραίο μυστικό του έρωτα και του θανάτου
που έμαθε από τους ανθρώπους με το πέρασμα του χρόνου.

Χαμηλό το χρυσό τρεμούλιασμα του πρωινού ήλιου
και χαμηλά τα γκρίζα χάδια της νεροποντής
το νερό έχει πάντα τη βουβαμάρα του άπειρου,
τη συννεφιά της θλίψης και τη θαμπάδα της σιωπής.

Το νερό του ρυακιού χάνεται αργά
στην γκρίζα απόσταση του νεκρού δειλινού
θαμπή ήδη με τη σκιά της κοντινής νύχτας,
αρωμτισμένη και εξαντλημένη με τα τριαντάφυλλα του ονείρου.
Νερό που τα αστέρια, απίθανες αράχνες,
γειτνιάζουν με τις φωτεινές κλωστές τους,
και σκέψη!

Από τον θλιμμένο αέρα του μαραμένου τοπίου
έρχεται ο άσπρος Πήγασσος με την ψυχή του ανέμου.
Αφήνει τα ίχνη αφρού στο διάστημα,
από τα φτερά του γεννιούνται πεταλούδες ονείρου.
Τα αγκομαχητά του έχουν χρώματα ίριδας
και στη χαίτη του πλέκονται τα νεκρά δειλινά.

Όλος ο κήπος γεμίζει από ένα αγνοημένο φως
που πολλαπλασιάζει μορφές και σβήνει μονοπάτια.
Τα φτερά του Πήγασου κόβουν ακλόνητα δέντρα.
Και τέσσερις πηγές ξεπετιούνται από τη γη
για να πληγώσουν με τα κράνη τους τον αναπαυόμενο κήπο
που τώρα έχει τη θεϊκή χαρά του ανήσυχου.

Τα μάτια του Πήγασσου είναι σχεδόν σβηστά.
Πάει καιρός που δραπέτευσαν από τα χέρια του Περσέα.
Θέλησε να φτάσει χωρίς τίποτα στα λευκά αστέρια.
και να θαυμάσει τον ρυθμό όλου του σύμπαντος.

Ήταν σε αναζήτηση του έρωτα και της γαλήνιας ειρήνης
με την ψυχή ξαναμμένη από ένα αίωνιο αναστεναγμό
αλλα δεν είδες τις αλυσίδες με τις οποίες ήταν δεμένος.

Στην προσπάθεια του να δραπετεύσει καταστράφηκαν
τα πανιά του
και αλυσοδεμένος όπως ήταν, έγινε άλογο ποιητών
που σκότωσαν τις αγωνίες του με το τραγικό χαλινάρι.
Δεν είδε ποτέ να γίνονται πραγματικότητα
οι δικές του ιδέες.

Είχε πάντα δανεισμένα αρετή και αισθήματα.
Η καρδιά του άλλαζε όπως ο αέρας
αλλά στο βάθος της υπήρχε κάτι βουβό και ολέθριο.

Καημένε Πήγασε λευκέ, που όλοι ίππευαν
σήμερα φτάνεις στον θλιμμένο και άρρωστο κήπο!
Από όλο σου το μεγαλείο μένει τώρα μόνο η λύπη
του μέσα σου στίχου σβησμένου από τον χρόνο
του στίχου που ονειρεύτηκες φεύγοντας από την Μέδουσα
χωρίς να ξέρεις ότι έφερνες στη ράχη σου τον Περσέα.
Καημένε Πήγασε λευκέ, που όλοι ίππευαν
σήμερα φτάνεις στον θλιμμένο και άρρωστο κήπο!

Η ποίηση για μια στιγμή κοιμήθηκε στα φτερά
και γι' αυτό ο Πήγασος δραπέτευσε προς το αιώνιο.
Αλλά περνώντας είδε το κοιμισμένο νερό της πηγής
και κατέβηκε να ξεκουράσει τη διψασμένη του καρδιά.

Όλο το βαθύ νερό κυμάτιζε με αρμονία
μπροστά στα γκρίζα μάτια του και στα φλογερά του χείλη.
Οι κρίνοι έγερναν τα χρυσαφένια ρούχα τους
αφήνοντας πάνω στον αέρα κιτρινωπό τρεμούλιασμα.
Κι ο Πήγασος έχοντας ξεχάσει τις αφωνίες του
πίνοντας σταγόνα σταγόνα όλο το νερό του ονείρου
χωρίς να σκεφτεί ότι πίνοντας  την απίθανη ψευδαίσθηση
θα του έδινε χίλια φτερά διαφορετικών επιθυμιών.
Καημένε Πήγασε λευκέ, που όλοι ίππευαν
δεν ξέρεις ακόμη τι δρόμο να πάρεις ούτε ποιό μονοπάτι!

Η νύχτα έπεσε πάνω στο μαραμένο κήπο.
Η ψυχή του Πήγασου έγινε βαριά μπροστά στο αιώνιο.
Είδε όλους τους δρόμους χωρίς λύση καμία
και παρ' όλες τις δυνάμεις του δεν θέλει να τους διασχίσει.
Τραγουδάει ο άνεμος στο σκοτάδι και το φεγγάρι βγαίνει.
Μια γλυκιά θλίψη τον κυριεύει προς στιγμή.
Ξαπλώνει πάνω στο γρασίδι του κήπου και τα φτερά του
κτυπούν αργά με γλύκα φιλιού.
Ύστερα φτάνουν οι κισσοί σκεπάζοντας τη λευκότητα του
που θα κλέψει η νύχτα του Χειμώνα.
Ω τεράστια πεταλούδα μιας απίθανης επιθυμίας!
Φτερωτή καραβέλα των ανθρώπινων ονείρων!
Φθάνοντας στα βασίλεια της σοφίας
θέλησες να συναντήσεις ένα βασίλειο πιο τέλειο.
Ποτέ το όνειρο δε θα μπορέσει να γνωρίσει τον εαυτό του
ούτε θα μπορέσει η καρδιά ν' αναπαυτεί ικανοποιημένη.
Καημένε Πήγασε λευκέ, όπου όλοι ίππευαν
σήμερα πεθαίνεις σιωπηλός στον κήπο του ονείρου.

-------------------------------------------------------------------------------------------------------

Και ένα απόφθεγμα που μάζεψα από τη ταινία "Little Ashes" (2009).
Δε γνωρίζω για την εγκυρότητα αυτού του γραπτού,
αλλά εμένα μ' αρέσει ούτως ή άλλως...



"Remember me when you are at the beach
And above all when you paint crackling things
and little ashes. Oh! My little ashes!
Put my name in the picture so that my name
will serve for something in the world."

~Frederico Garcia Lorca to Salvador Dali



       Leonard Cohen- Villanelle For Our Time

Comments

  1. A re Lucrezia, eisai mia romantiki se mia epoxi varvaron...

    :/

    ReplyDelete
  2. @Panic Joyglow: Η Paloma Faith τραγουδά "romance is dead".

    All I know is, ο ρομαντισμός ουκ έρχεται μόνος του - aka - πόνος, μοναξιά/ μοναχικότητα, κυνισμός, περιθωριοποίηση...

    And perhaps, it takes one to know one?!?

    ReplyDelete

Post a Comment

Popular posts from this blog

Blackface / Brownface

Σάκος του Μποξ

Μπούκσταγκραμ