Lucrezia’s Anatomy




Αυτό το ποστ γράφτηκε στις 28/07/2011 αλλά λόγω έλλειψης χρόνου και πολύς κούρασης αναβλήθηκε για ανάρτηση για την επομένη.



Έσhιει μερικούς αγρώπους (ο θεός – χου - να τους κάμει) που απλά εν σέβουνται τίποτε. Ένας που τούτους αγρώπους εν ο ντάντιο. Ναι έννα μου πείτε, μα να κατηγορήσω το ντάντιο μου; Εεεε μα σιόρ. Ο άγρωπος εν τέλια παθέτικ μερικές φορές.

Ούτε ιερό ούτε όσιο

Παράδειγμά (εεε μα να μεν τεκμηριώσω τις απόψεις μου, εν γίνετε)
-Εγχείρηση ντέι σήμερα της μάδερ ντίαρεστ. Είπε μου ο ντάντιο να είμαι απ εντ ράννινγκ να φύουμε που σπίτι στις 6.15 το πρωί. Όκεϊ. Έβαλα το ξυπνητήρούδι μου πας το φόουν να χτυπήσει 5.30. Εσηκώστηκα που λαλείτε όμορφα τζι ωραία. Ο ντάντιο έλειπε που το σπίτι. -.- Που ήταν; Μα που αλλού, οφ κορς. Εβούραν τες κούρσες πρωί πρωί (για ήντα δουλειά κάμνει ο ντάντιο δε δαμέ) Πιάνω τον τηλέφωνο. Η ώρα ήδη ήταν 6.15. Ο ντάντιο μόλις ανέβηκε τις σκάλες τους σπιθκιού. Έρκεται εντελώς χαλαρός. Κάμνει το γαλατούδι του. Χαϊδεύφκει το Συσέγκιο τζιαι κάθετε στο μπαλκόνι τζιαι ρευμάζει σαν την αγουροξυπνημένη όρνιθα. Αλόοουυυυ η γυναίκα σου κάμνει εγχείρηση ιν λες δαν αν άουαρ τζιαι εσύ κάθεσε τζιαι πίνεις το νέσκαφε σου τζιαι μιλάς μου για τη ψοφισμένη Έιμι Πιωμένοσπίτι (Γουάινχάουζ) ας πούμε; Έλεος γιε μου. Η μάδερ να πιάνει αβέρτα τηλέφωνα «άτε ελάτε, που είσαστε τζιαι έννα με πάρουν μέσα πιο νωρίς» τζιαι να αγχώνεται ότι εν θα μας δει. (τζιαι με το δίκαιο της η γυναίκα). Κάμνουμε να φίουμε που το σπίτι τζιαι γυρίζει τζιαι λαλεί μου ο ντάντιο «Ναι, ξέρεις έννα περάσουμε έτσι γλίορα γλίορα να πάρουμε τζιαι μια φιλιπινεζού στη δουλειά της, εν στο δρόμο μας» ΣΚΟΤΩΝΕΙΣ ΤΟΝ, ΓΙΑ ΕΝ ΤΟΝ ΣΚΟΤΩΝΕΙΣ! Ούλες οι ξιτιμασhιές του κόσμου εν ήταν επαρκής τζίντην ώρα. Η ώρα να βουρά τζιαι εμείς ακόμα να είμαστε μες τη πόλη να στρατουρούμε τη φιλιπινεζού με το θυληκό της γιούντι, εγώ να είμαι σε μια κατάσταση disembowelment of everyone, να θέλω να αρπάξω το γιούνιτ που τη ρόζ κορδέλα τζιαι να της την φορήσω σαν μεσαιωνικό καπέλο, να με πιάνουν τα ζουμιά που εν θα επρολάβαινα να δω τη μάδερ ντίαρεστ πριν το χειρουργίο τζιαι ο ντάντιο ακόμα να μου το παίζει κουλ τζιαι άνετος. Η μάδερ ντααααανγκ να βαρά τα τηλέφωνα. Ο ντάντιο επέταξε τη φίλι-πινέζα τζιαι να κάμνει σπιντ-απ να φτάσει ον τάιμ. Εφτά παρά πέντε φτάνουμε αισίως. Βουρώ να ανεβώ πάνω εγώ στους θαλάμους να προλάβω όσπου να έβρει πάρκινγκ μες το χάος ο ντάντιο. Ευτυχώς επρόλαβα να δω τη μάδερ ντίαρεστ. Ερωτούσε οφ κορς γιατί αρκήσαμε. I ousted my dad right there and then of course. Επροσπαθούσε να της κάμνει αστειάκα για να μεν αγχώνεται ο ντάντιο (εεε καλό...αφού είσhε σκατωμένη τη φωλιά του, επροσπάθαν να την κάμει να ξεχάσει ότι αρκήσαμε να πάμε για να κάμει τζίνος τις κουρσούδες του...τέσπα) . Εν επολλοπετύχγαιναν τα αστεία αλλά τέσπα. Επίε μέσα μετά που κανένα δεκάλεπτο η μάδερ ντίαρεστ.

Λάιβ φρομ Τζένεραλ Χόσπιταλ οφ Λίμασσολ!

Δεύτερη άνοδος εις το τζένεραλ χοσπιτάλε σήμερα (έννα έσhιει τζιαι Τρίτη φίαρ νοτ). Επίαμε πόξω που τα χειρουργεία με τον ντάντιο (που σαπράιζινγκλι ινάφ εν άρκησε τούντη στράτα) τζιαι ήβραμε το γιατρό που την επήρε κάτω πιο πριν. Ερωτήσαμε τον (ευγενικά πάντα οφ κορς, εν θέλουμε να δώκουμε πουνιές ακόμα του προσωπικού) αν ήταν καλά τζιαι αν τελειώνει η μάδερ ντίαρεστ. Επίε τζιαι ερώτησε ο άγρωπος (ναν’ καλά). Στα πέντε λεπτά εφκήκε τζιαι είπε μας ότι εν μια χαρά τζιαι ότι she’s finishing up τζιαι ότι θα την επαίρναν σε λίο πας το θάλαμο της. Εφκήκε μετά που κανά δεκάλεπτο η μάδερ! Χάλιλουλιάαααααααααααααααααααααα! Εξύπνησε καλά. Πάλε έκαμνε της αστεία ο ντάντιο. Τούτη φορά εγελούσε. Improvement. Επήραν την τζιαι στο θάλαμο. Εσάσαν την, εκανονίσαν την, εδώκαν της τζιαι ένα γκουρμέ πιάτο φαί (ακα ορό οφ κορς), έκαμα της τζιαι ερωτήσεις κρίσεως για να σιουρευτώ ότι θυμάται πράματα του τύπου ήντα που έγινε πριν τρεις εφτομάες στη Κύπρο (όι, εν εννοώ μόνο το ρεύμα) ποιά τζιάνκι τραουδίστρια εψόφισε τις προάλλες, ποιά σκανδιναβική χώρα επίε που τόταλ ομπλιτεράσhιον σε τόταλ ντιστράξιον, πόσα παιθκιά έσπρώξε για να φέρει σε τούντο μάταιο κόσμο, ποια εν η θεωρία της σχετικότητας (άσχετο)τζιαι το εκρεμμές του Φουκώ...εεε γιού νόου, απλά πράματα που κάθε εγχειρησμένος πρέπει να θυμάται (νοοοοοοοοοοοοτ!). Δόξα να σhει πάντως. Η μάδερ ντίαρεστ εν φάιν εντ θράιβινγκ. Εκάτσαμε μητά της καμιά-ανάμιση ώρα. Εχαϊδευφκε μου συνέχεια το σhέρι μου τζιαι ελάλε μου «να έσhιεις της εφτζίες μου κόρη μου τζιαι ότι θέλεις στη ζωή σου να κάμεις» (μάδερ μεν τα λαλείς έτσι γιατί πιστέφκω σου τζιαι άμαν σου κατεβώ καμιάν ημέρα τύπου παιδί των λουλουδιών τζιαι ζιώ σε καραβάνι ύστερα έννα γυρέφκεις το λάθος), τζιαι επιέναν να την πιάσουν τα ζουμιά αλλά εν την άφηκα – εεε μαααα – να γίνουμε ρεζίλι που τη πρώτη μέρα σιόρ; Κάτσε, ακόμα τωρά ήρταμε. Έχουμε τζαιρό για κλάψ κλαψ τζιαι μπούχου μπούχου. Αφήκαμεν την πριν λίο πέρκι τζοιμηθεί. Τζιαι το άφτερνουν πιόν. (Σημείωση: ναι, πάλε παν να μου κάμουν πρόβλημα στη δουλειά που έλειψα. Φορ φαξ σέικ. Τζιαι εσυμφωνήσαμε «υποτίθετε» με τη γερμαναρού ότι εν που τις ώρες τις έξτρα μου....μα γιατί εν τους το λαλεί σιόρ να με με ψάχνουν;;;;;;;;;;; Γκρρρρρρρρρρρρρρρρρ!!!!!)

Third time’s a charm (νοοοοοοοοοοοοοοοοοτ!)
Έφυα που τη δουλειά κατά τις πέντε το απόγευμα – αφού πρώτα επέρασα τρεις εξωντωτικές ώρες μες τη πυρά να κάμνω δωρεάν σάουνα επειδή εν είχαμε ρεύμα στο γραφείο- τζιαι έρκεται ο ντάντιο να με πιάσει να πάμε στο χόσπιταλ. Ον δε γέι αντιλαμβάνουμε ότι εξίασα το κινητό μου στη δουλειά σόου στρεφούμαστε πίσω να το πιάσω – ευτυχώς εν είχαμε πάει πολλά μακριά σόου ιτ γος όκεϊ. Μετά σταματούμε σπίτι να πιάσω θκιο τρία ρικουέστς για τη μάδερ ντίαρεστ (πιζαμούδες κλπ κλπ). Ο ντάντιο λαμβάνει ένα φόουν κολ που μια φίλι-πινέζα πελάτισσα για να τη πάρει. Κούρσα των €10, ακκόρντινγκ του ντάντ. Τζιαι άρκεψα τζιαι επαούριζα εγώ. Εεε μα σατζίη σιόρ. Ήμουν σηκούμενη που τις 5.30 το χάραμα, εν είχα προλάβει να φάω τίποτε ούλη μέρα, πάνω κάτω, εν έκαμα διάλειμμα καθόλου, ειδικά τη τελευταία ώρα στη δουλειά εμίλας μου τζιαι ήταν σάννα έσυρνες αφκά πας το τοίχο. Εν επολοούμουν αφού, είσhε νερουλιάσει τέλια ο νους μου. Τζιαι εκακοφανίστην του επειδή επέμενα να πάμε να δούμε τη μάδερ. Άκου κύριε ανεστησία ο άγρωπος. Μα γιε μου, καταλάβεις ας πούμε; Η γυναίκα σου έκαμε εγχείρηση τζιαι εσύ μάσhεσαι μου για μια κούρσα που εν €10? Να σου την πιερώσω άμα θέλεις. Τζιαι δε μου εμίλαν ή εμίλαν μου απότομα που τότε. Έδωκα sms head’s up στη μάδερ ντίαρεστ για το τι έγινε πριν πάμε να τη δούμε. Εκακοφανίστην της τζιαι τζίνης πολλά που τη συμπεριφορά του ντάντιο. Τέσπα. Πιέννουμε στη μάδερ. Ετακώσαν οι επισκέψεις. Πρώτη μέρα. Ούφου λέω που μέσα μου. Κατίσhι μας. Αν αρκέψαν που τα σήμερα εβάψαμε την τις επόμενες μέρες. Εφέραν της πισκότα (όι πως εμπουρούσε να φάει ή τίποτε), λουλούθκια τζιαι γενικά όποιος επερνούσε όλο τζιαι κάτι έφερνε. Τζιαι οφ κορς το dts να δίνει τζιαι να πέρνει. Σε μια φάση μια γκέστ μιας άλλης κοπέλας άρκεψε να μας μιλά τζιαι να μας λαλεί ότι τωρά πρέπει να την βοηθούμε ΠΑΡΑ πολλά μες το σπίτι τη μάδερ, τζιαι ότι είσhε κάμει τζιαι τζίνη την ίδια εγχείρηση πριν δέκα χρόνια τζιαι μέχρι τζιαι τις παντόφλες της έπρεπε να της της φορήσουν, τζιαι ότι ούλα τα ψώνια έννα πρέπει να τα κάμνουμε εμείς απο δω και στο εξής κλπ κλπ....τζιαι την ώρα που εμιλούσε (ο ντάντιο να σημειώσω ότι που την ώρα που επίαμε εμιλούσε στο τηλέφωνο με πελάτες) εκοίταζε με εμένα....εγώ επροσβάλτηκα. Μέσα στη κούραση μου τζιαι το νερούλιασμα του νου μου επήρα το άσhιμα του τύπου «αααα εσύ είσαι η άλλη γυναίκα μες το σπίτι σόου εν πάνω σου εσένα που έννα πέσουν ούλα, σόου εν για σένα που τα λαλώ τούτα ούλα», τζιαι (όκεϊ ήμουν αρκετά σhίλα σε τούτο σημείο αλλά άι απόλοτζάιζ ήμουν στο ζενίθ μου) γυρίζω τζιαι λαλώ της «μα γιατί με βλέπετε εμένα τζιαι λαλείτε μου τούτα ούλα τα πράματα; Έσhιει τζιαι έναν κύριο ποδά. Πετε του τζιαι τζίνου τίποτε»...Εντράπηκε η γυναίκα (που εν τζιαι μεγάλης ηλικίας), εχαμογέλασε αμήχανα τζιαι εμούλωσε τζιαι έφυε. Εεεεε μα σόρρυ δηλαδή. Ένα πλάσμα που δε με ξαναείδε, δε μου ξαναμίλησε στη ζωή μου, τζιαι να μου μάσhετε το ένα τζιαι το άλλο, με τη κούραση που είχα καλά τζιαι εν της είπα τζιαι τίποτε πιο βαρετό. Εν με κανούν τα δικά μου, έννα έχω τζιαι τους ξένους να μου τακκώνουν τωρά; Εν το δέχουμαι. Ελυπήθηκα που ήμουν τόσο αγενής αλλά εν αντεξά τζιαι έσπασα. Η μάδερ μου εγύρισσε περιπεχτικά τζιαι είπε στους γκέστς της ότι είμαι φάουσα. Be that as it may. Αλλά μετά που τη μέρα που είχα, έχω τζιαι εγώ τις αντοχές μου. Είμαι τζι εγώ πλάσμα. Εκάτσαμε με τη μάδερ, που έφ-γουάι-άι ήταν περδίκι. Μια χαρά είσhε ανοίξει η διάθεση της. Εκάτσαμε τζιαι μετά που εφύαν οι ξένοι. Εβοήθησα την θέμας σε ότι αηδιαστικό ήθελε που εν θα σας πω γιατί εν αηδιαστικό. Τζιαι μετά επία στο χάος του σπιθκιού, πεινασμένη, εξαντλημένη για να έβρω ένα βουνάρι που χάουζ-τσορς να με περιμένει....εντ δεν ιτ χιτ μι....”congratulations, you’ve just become a mother!”, είπα που μέσα μου. (τούντο τελευταίο έννα γίνει πόστ σούν γιατί έχω πολλά για τη γούνα της μάδερ-χουντ).

Τέλος καλό....ούλα καλά που λαλεί τζιαι ο φίλος μου ο Γουίλλιαμ (όι ο Πρίγκηπας, ο άλλος). Πέρκι φκει σούν η μάδερ ντίαρεστ. Τζιαι ως τζιαι το Συσέγκιο επρόσεξε το άπσενς της. Τουλάχιστον, μάδερ ντίαρεστ ις φάιν τζιαι τούτο εν το πιο σημαντικό.

Ατούταλερ...συν-βλόγκερς τζιαι συν-βλογκέρισσες! =)


Που φτομάας πάλε..


Jem - Them

Comments

  1. Σhαιρούμαι που επίαν ολα οκέι με την μαδερ ντιαρεστ σου. Για τα άλλα κάμε υπομονή. Εσhεις τζαι εσύ τα δίκαια σου....

    ReplyDelete
  2. Thanks Πρασινάδα μου. =) Να σαι καλά. Υπομονή έχουμε ούτως ή άλλως. Εν το μόνο δατ γκετς ας θρου δε ντέι. =]

    ReplyDelete

Post a Comment

Popular posts from this blog

Blackface / Brownface

Σάκος του Μποξ

Μπούκσταγκραμ