Πόλεμος και Ειρήνη




Εσχεδίαζα να γράψω για ένα από τα πολλά γκρινιάρικα ποστς μου σήμερα. Έχω το ήδη γραμμένο δηλαδή. Αλλά, μιας τζιαι έχουν το οι μέρες, εγίνηκε ανατροπή. Τίποτε σχετικά με ρεύμα κλπ, κάτι απρόσμενο..

Τη τελευταία βδομάδα στο showroom στη δουλειά εφιλοξενούσαμε ένα γατάκι που ήταν άρρωστο....τη Λίσα. Έτσι την ονομάτησε η τζέρμαν μάνατζερ. Το γατάκι εν μωρό, περίπου ενός-ανάμισι μηνού. Επήρε το λαστ γουίκ στο βετ η μάνατζερ τζιαι είπε της ότι είσhε ινφέξιον μες το στόμα τζιαι έφκαλε της τέσπα καμπόσο υλικό (εν θα μπω σε ανακατσιαστικές λεπτομέριες).

Εφέρε την η μάνατζερ στη δουλειά λαστ Θέρσντεϊ να την προσέχουμε. Επερπάτα τσαλαπατημένα, εδιούσαμε της γαλατούδι για μωρά-γατιά, τζιαι μους φαϊ γιατί που το άλλο εν έτρωε επειδή εν μωρούι τέλεια. Ως τη Παρασhεφκή ούλα όμορφα τζι ωραία.

Περνά το γουίκεντ, ξημερώνει η Δευτέρα (που να μεν εξημέρωνε) έρκεται στη δουλειά η μάνατζερ, η Λίσα εν ήταν τζιαι πολλά στα χάι της που το Σάββατο τη νύχτα. Ετζοιμάτουν ούλη μέρα. Καθόλου ακτιβέισhιον. Επροσέξαμε ότι άρκεψε τζιαι δεν έπινε νερό, ούτε γαλατούι, ότι το φαϊ της ήταν λειψό, ότι εν επερπατούσε τζιαι αγκωμάχαν πολλά γλίωρα. Κάτι επίενε ‘χ’.

Πέρνει την ξανά στον βετ η μάνατζερ, λαλεί της ο βετ εν εντάξει απλά να της διούμε νερό με τη σύρριγα αφού εν δέχεται να πιεί αλλιώς. Αλλά ακούστηκε χόουπφουλ ο βετ ότι έννα γιάνει το κατούι.

Εχτές, η Λίσα πάλε τα ίδια. Με έτρωε, με έπινε, με τίποτε. Ετζοιμάτουν ολημερίς. Σήμερα ήταν το νεξτ απόιντμεντ στο βετ. Πιέννει η μάνατζερ. Μετά που τρία τέταρτα, τσουπ σκάει μύτη. Κλαμμένη! Αρχίζουν τα ωχ ωχ κάπου δαμέ.

«Εσhιει πέτρες στα έντερα τζιαι επειδή εν τόσο μικρή τζιαι αδύναμη ο βετ εν μπορεί να της κάμει εγχείρηση. Επίαμε να της κάμουμε ευθανασία. Στη μέση εσταματήσαμε γιατί άρκεψαν οι πέτρες να φκαίνουν. Σόου εσταματήσαμε τη διαδικασία. Έβαλε της ο βετ μιαν ένεση για να φύει το φάρμακο.

Αλλά η Λίσα μας ήδη ετζοιμάτουν. Έπεσε σε κόμα. Φίφτι-φίφτι τσάνσες. Έπρεπε να περιμένουμε 6-7 ώρες ώσπου να ξυπνήσει, αν ξυπνήσει.

Η Λίσα εν εξύπνησε....

Κάτα τις 3 τζιαι κάτι το μεσημέρι, εκάθουμουν στο ντεσκ μου. Ήταν μες το κρεβατούι που της είχαμε. Ακούω μια μεγάλη αναπνοή. Γυρίζω. Μώλις είσhε ξεψυσhίσει.

Ακόμα ένα μωρούι...ακόμα ένα ζώο...

Μπορώ να θυμώσω αλλά εν θα αλλάξει τίποτε. Μπορώ να κλάψω αλλά πάλε εν θα αλλάξει τίποτε. Μπορώ να μεν φάω αλλά πάλε εν θα αλλάξει τίποτε.

Εν θα έρτει πίσω. Ιτς γκόουν. Εν ξέρω γιατί έβαλα το τίτλο πιο πάνω. Ήθελα να μιλήσω για το πόλεμο τζιαι την ειρήνη που έχουμε ούλοι οι χομο-σαπισμένοι μέσα μας. Αλλά μπροστά στον ανούσιο θάνατο ενός ζώου...(ουτέ καν ανθρώπου)....εν μπορώ να γκρινιάξω, να απαιτήσω, να φωνάξω, να θυμώσω, να εξοργιστώ...

Το μόνο που νιώθω εν ένα βάρος. Έναν κόμπο. Ένα σφίξιμο. Ένα πένθος...

Που.Σου. Συγγνώμη στον the friend που τον επέλλανα τις τελευταίες μέρες. Ξέρω ότι εν αξίζω περί κατανόησης, αλλά θένκ γιού φορ μπέαρινγκ μι. Θέλεις φταίξε τις εντάσεις σπίτι, ή τα ορμονικά...θεωρώ με λάκι που σε έχω κοντά μου...γιατί αυρίο...μπορεί να μεν!





Sarah McLachlan - Angel

Comments

  1. Ελυπήθηκα πολλά με το ποστ σου...Εδκιαβασα τζαι επαρακαλούσα να έγραφες οτι εξύπνησε τελικά η Λίσα..Μάνα μου την, αλλά ίσως να ήταν καλύτερα απο το να υποφέρει :(

    ReplyDelete
  2. @Xippasmeni Ναι εσκέφτουμουν αν θα το εποσταρησκα γιατί εν εν τζιαι πολλά χάπι. Στο τέλος ευτυχώς εν υπόφερε, έτσι μας είσhε πει ο βετ. Σόου τουλάχιστον wherever she is τωρά η Λίσα μας, είναι εν ειρήνη! Έτσι θέλω να πιστέφκω. =)

    ReplyDelete

Post a Comment

Popular posts from this blog

Blackface / Brownface

Σάκος του Μποξ

Μπούκσταγκραμ